
Η κλιματική αλλαγή είναι εδώ και ήδη επηρεάζει το σύνολο του πλανήτη με ακραία καιρικά φαινόμενα. Σύμφωνα με την πρόσφατη, 6η έκθεση αξιολόγησης της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος (Intergovermental Panel for Climate Change – IPCC) του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ), αναφορικά με τη βάση της φυσικής επιστήμης που αφορά στην κλιματική αλλαγή, είναι πλέον ξεκάθαρο στην παγκόσμια επιστημονική κοινότητα ότι η κλιματική αλλαγή, παρότι αποτελεί φυσικό φαινόμενο, οφείλεται στην ανθρωπογενή υπερθέρμανση της ατμόσφαιρας, των ωκεανών και του εδάφους.
Μάλιστα, αναφέρεται ότι η ανθρώπινη δραστηριότητα έχει ήδη υπερθερμάνει το κλίμα με ρυθμό, ο οποίος είναι πρωτοφανής τα τελευταία τουλάχιστον, 2.000 έτη της ιστορίας του πλανήτη, προκαλώντας αλλαγές στο σύνολο του κλιματικού συστήματος, οι οποίες είναι επίσης πρωτοφανείς.
Το αποτέλεσμα της υπερθέρμανσης του πλανήτη είναι η παρατήρηση συχνότερων και εντονότερων καυσώνων, βροχοπτώσεων, ξηρασιών και τροπικών κυκλώνων, καιρικά φαινόμενα τα οποία αναμένεται, σύμφωνα με την έκθεση, να ενταθούν τα επόμενα έτη αλλά και να έχουν πλήθος αρνητικών επιπτώσεων σε πλανητικό επίπεδο.
Μάλιστα ο ΟΗΕ αλλά και πλήθος μελετών, διεθνών και Ευρωπαϊκών οργανισμών τονίζουν με συνέπεια εδώ και αρκετά έτη, ότι η περιοχή της μεσογείου στην οποία ανήκει και η Ελλάδα, αποτελεί περιοχή υψηλής τρωτότητας ‘Vulnerability Hotspot’ και αναμένεται να επηρεαστεί εντονότερα από τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, σε σχέση με άλλες περιοχές του πλανήτη, με τις κοινωνικοοικονομικές και περιβαλλοντικές επιπτώσεις να γίνονται εντονότερες.
Σε παγκόσμιο επίπεδο, η προσπάθεια των κρατών εστιάζει σε 2 επίπεδα:
α). στη μείωση (μετριασμό) των εκπομπών των ανθρωπογενών αερίων του θερμοκηπίου (GHGs) τα οποία ευθύνονται κατά κύριο λόγο για την υπερθέρμανση του πλανήτη και
β). στην προσαρμογή στις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής, με στόχευση τόσο στην προστασία των οικονομιών, κοινωνιών και του περιβάλλοντος από τις αρνητικές συνέπειες του φαινομένου, αλλά και στην αξιοποίηση τυχόν ευκαιριών οι οποίες ενδεχομένως να προκύψουν σε κοινωνικοοικονομικό κυρίως επίπεδο.
Αξίζει να σημειωθεί αναφορικά με τον μετριασμό, ότι προκειμένου να επιτύχουν οι προσπάθειες μείωσης των αερίων του θερμοκηπίου που επιτείνουν την κλιματική αλλαγή σε παγκόσμιο επίπεδο, κομβικό ρόλο παίζουν οι G20 οι οποίοι εκτιμάται ότι παράγουν το 78% των παγκόσμιων αερίων του θερμοκηπίου και ιδιαίτερα οι έξι (6) μεγαλύτεροι παγκόσμιοι ρυπαντές: η Κίνα, οι ΗΠΑ, η ΕΕ, η Ινδία, η Ρωσία και η Ιαπωνία, οι οποίοι εκτιμάται ότι παράγουν τα σημαντικότερα ποσοστά αερίων του θερμοκηπίου σε παγκόσμιο επίπεδο, των οποίων ωστόσο οι πολιτικές δεν έχουν επιφέρει τα απαιτούμενα αποτελέσματα.
Σημειώνεται ότι ανάλογη συνευθύνη στο εγχείρημα έχουν και οι χώρες, καταναλωτές σε παγκόσμιο επίπεδο, οι οποίες ωστόσο επί του παρόντος δεν αναφέρονται στους στόχους των υπαρχόντων πολιτικών μετριασμού/προσαρμογής, ενώ, θα πρέπει να εστιάσουν σε ανάλογες προσπάθειες στο πεδίο της κατανάλωσης προϊόντων και ενέργειας.
Η Συμφωνία του Παρισιού η οποία υιοθετήθηκε από 196 μέλη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών (ΟΗΕ) τον Δεκέμβριο του 2015 στη διάρκεια της διάσκεψης του Παρισιού για το κλίμα (COP21) , κυρώθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση στις 5 Οκτωβρίου 2016 και αποτελεί την πρώτη νομικά δεσμευτική διεθνή συνθήκη για την κλιματική αλλαγή. Βασικός στόχος της συμφωνίας είναι ο περιορισμός της υπερθέρμανσης του πλανήτη σε επίπεδα σαφώς χαμηλότερα των 2οC, με προτιμότερο στόχο τους 1,5 οC σε σχέση με τα προβιομηχανικά επίπεδα. Mεταξύ άλλων, η συμφωνία του Παρισιού παρέχει ένα πλαίσιο για οικονομική, τεχνική και υποστήριξη για την ανάπτυξη ικανοτήτων σε εκείνες τις χώρες που τη χρειάζονται.
Στη διάρκεια της πρόσφατης διάσκεψης της Γλασκόβης για το κλίμα (COP26) υπήρξαν μεταξύ άλλων, περαιτέρω πρωτοβουλίες των 197 μελών του ΟΗΕ όπως: α). η αύξηση των κονδυλίων για τις αναπτυσσόμενες χώρες με στόχο την αντιμετώπιση της κλιματικής αλλαγής, β). η έγκριση της παγκόσμιας δέσμευσης για το μεθάνιο και γ). η ολοκλήρωση του εγχειριδίου κανόνων της συμφωνίας του Παρισιού, οι οποίες ωστόσο δεν θεωρούνται επαρκής σε σχέση με τις άμεσες δράσεις μετριασμού και προσαρμογής οι οποίες επείγουν να γίνουν σε παγκόσμιο επίπεδο, προκειμένου να υπάρξει δραστική μείωση του ρυθμού αύξησης της μέσης θερμοκρασίας του πλανήτη αλλά και προσαρμογή των κρατών στις επιπτώσεις της, όπως άλλωστε αναφέρεται στην 6η έκθεση αξιολόγησης της Διακυβερνητικής Επιτροπής για την Αλλαγή του Κλίματος του ΟΗΕ.
Στο πλαίσιο των πρόσφατων γεγονότων της Ουκρανίας, τα οποία ωστόσο συμβαίνουν εδώ και δεκαετίες σε πολλές περιοχές του πλανήτη σε μικρότερη ως επί το πλείστον κλίμακα σε σχέση με την παγκόσμια διάσταση της εν λόγω σύγκρουσης, αλλά και των επιπτώσεων της πανδημίας του ιού ‘Covid-19’, γίνεται σαφές ότι η οποιαδήποτε περιβαλλοντική πολιτική, σε Διεθνές, Ευρωπαϊκό ή Εθνικό επίπεδο, υπό το πρίσμα της κλιματικής κρίσης, δεν μπορεί να υλοποιείται σε καθεστώς παγκόσμιας ανθρωπογενούς αναταραχής, η οποία επιτείνει τις ήδη υπάρχουσες κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες, ενώ «διαλύει» την όποια προσπάθεια για την προστασία του περιβάλλοντος, των κοινωνιών αι των οικονομιών.
Συνεπώς τα ερωτήματα που γεννώνται είναι:
- Μπορούμε να περιορίσουμε τις επιπτώσεις της κλιματικής αλλαγής (ή οποία γρήγορα μετατράπηκε σε κλιματική κρίση και με μαθηματική ακρίβεια οδεύει σε κλιματική καταστροφή πλέον), αλλά και να «επιτύχουμε» τους στόχους των Διεθνών και Ευρωπαϊκών συμφωνιών μέσω των Εθνικών στρατηγικών για τον μετριασμό και την προσαρμογή, χωρίς παγκόσμια συνεννόηση και άμεση δράση, δεδομένου του κατεπείγοντος της κατάστασης που επιφέρει η κλιματική κρίση;
- Μπορούν κάποιες χώρες του πλανήτη να εντείνουν τις προσπάθειες μετριασμού και προσαρμογής και άλλες ή και «οι ίδιες» σε πολλές περιπτώσεις να συμμετέχουν σε πολεμικές επιχειρήσεις ή πολέμους ή πολεμικούς εξοπλισμούς ή πολιτικές που εντείνουν την οικονομική κρίση και τις κοινωνικές ανισότητες;
- Μπορούμε να επιτύχουμε τους στόχους σε Ευρωπαϊκό επίπεδο, με στρατηγικές και σχέδια δράσης τα οποία στηρίζονται στη χρήση ορυκτών καυσίμων (λ.χ. φυσικό αέριο) ως μεταβατικό καύσιμο, χωρίς την ύπαρξη εναλλακτικού σχεδίου ‘Contingency planning’ υπό το πρίσμα των πολλαπλών απειλών που ήδη υπάρχουν και αναμένεται να ενταθούν τα επόμενα έτη, κυρίως, λόγω, της κλιματικής αλλαγής αλλά και της γενικότερης παγκόσμιας αναταραχής η οποία συμβαίνει σε πολλαπλά επίπεδα;
- Μπορεί η παγκόσμια κοινότητα να συνεννοηθεί και να προτεραιοποιήσει τις υπάρχουσες απειλές που θα πρέπει η ανθρωπότητα να αντιμετωπίσει από εδώ και πέρα (λ.χ. τι είναι σημαντικότερο η κλιματική αλλαγή ή η ανάπτυξη των οικονομιών) και να συνεννοηθεί προκειμένου να αναζητηθούν ακόμα και αντισυμβατικές λύσεις ‘Out of the Box’ προκειμένου να αντιμετωπιστούν από την ανθρωπότητα;
Αυτά και πολλά άλλα ερωτήματα θα πρέπει να απαντηθούν αν θέλουμε να απαντήσουμε στις περιβαλλοντικές προκλήσεις που έχουμε μπροστά μας. Ωστόσο έως τώρα, τα γεγονότα μαρτυρούν ότι όχι μόνο δεν είμαστε κοντά σε παγκόσμια συνεννόηση, αλλά είμαστε μάλλον προς την αντίθετη κατεύθυνση με ότι αυτό συνεπάγεται!
Υπεύθυνος του τομέα Περιβάλλοντος
You must be logged in to post a comment.