Μετά την κατάρρευση του κομμουνισμού, οι επικριτές του καπιταλισμού πίστευαν ότι η εναλλακτική στον καπιταλισμό ήταν η σοσιαλδημοκρατία. Σήμερα, η σοσιαλδημοκρατική πρόταση έχει χάσει την λάμψη της, γιατί η εφαρμογή της δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες, αλλά και γιατί οι άνθρωποι πίστεψαν ότι ο καπιταλισμός δίνει στο άτομο καλύτερες προοπτικές προόδου.
Στην πολιτική και οικονομική ιδεολογία κυριάρχησε ο οικονομικός φιλελευθερισμός/νεοφιλελευθερισμός, που χαρακτηρίζει πολλούς θεσμούς στα κράτη κυρίως του δυτικού κόσμου. Η επιχειρηματολογία τους και οι πρακτικές τους όμως, αδυνατούν να εξηγήσουν με επάρκεια το γιατί θα πρέπει να εμπιστευτούμε την ‘’αυτορρυθμιστική ικανότητα’’ των εταιρειών / κολοσσών, των ανεξέλεγκτων χρηματοπιστωτικών αγορών, των μεγαλοστελεχών των εταιρειών και των χρηματοπιστωτικών ιδρυμάτων, την στιγμή που έχουν κάνει τεράστια σφάλματα και έχουν προκαλέσει με τις καταχρηστικές πρακτικές τους την παγκόσμια οικονομική κρίση.
Η παγκόσμια αυτή κρίση ανάδειξε τις μεγάλες αντιφάσεις και τα προβλήματα του οικονομικού φιλελευθερισμού, καθώς και την συνεχή τάση του να παράγει οικονομικές (και κατά συνέπεια κοινωνικές) κρίσεις.
Η κρίση του δημόσιου χρέους, όμως, που δημιουργήθηκε στην Ευρώπη (και όχι μόνο), έδωσε στήριγμα στους υποστηρικτές του νεοφιλελευθερισμού για μία νέα ώθηση στη νεοφιλελεύθερη ιδεολογία και τις πρακτικές της. Σήμερα εξακολουθεί να κυριαρχεί στους διεθνείς οικονομικούς οργανισμούς, στα περισσότερα οικονομικά πανεπιστήμια, στα διεθνούς κύρους περιοδικά, στα ΜΜΕ κλπ. Διαπιστώνουμε μάλιστα ότι παρά την αποτυχία των νεοφιλελεύθερων οικονομικών προγραμμάτων, και παρά το ότι αναγνωρίζεται αυτή η αποτυχία ακόμη και από τους ίδιους που τα επέβαλλαν, εν τούτοις εξακολουθούν να τα στηρίζουν και να ενισχύουν τις επιλογές αυτές.
Στις εξηγήσεις που μπορεί να δοθούν, δεν θα πρέπει να υποτιμηθεί και το ότι οι πολιτικοί (ως επί το πλείστον), έχασαν τα κοινωνικά τους ερείσματά και προκειμένου να διατηρήσουν τα οφίκιά τους (δεδομένου ότι το κόστος υποστήριξης μίας πολιτικής καριέρας έχει εκτοξευθεί), εξαρτώνται και σφιχταγκαλιάζονται όλο και περισσότερο με το χρήμα και τους ισχυρούς, με αποτέλεσμα να ενδιαφέρονται όλο και λιγότερο για τα προβλήματα των απλών ανθρώπων και για τις υποχρεώσεις τους έναντι της κοινωνίας.
Συνεπώς, η κρίση που εξακολουθεί να μαστίζει την Ευρώπη, δεν είναι μόνο οικονομική, αλλά και βαθιά πολιτική.
Ειδικότερα, η ακαδημαϊκή ελίτ, που συμμετέχει στη διαμόρφωση των οικονομικών και πολιτικών θεωριών, είναι σε ένα στάδιο “ραστώνης” και μάλλον ακολουθούν τις εξελίξεις ερμηνευτικά, παρά προσπαθούν να διαμορφώνουν “νέες πραγματιστικές, ρηξικέλευθες αντιλήψεις”.
Υπάρχει πλέον ανάγκη για μια δυναμική και ριζοσπαστική εναλλακτική πολιτική πρόταση, έναντι του ακραιφνούς οικονομικού φιλελευθερισμού/νεοφιλελευθερισμού. Μία “νέα, πραγματιστική πολιτική ιδεολογία”.
“ΕΠΙΛΕΚΤΙΚΗ ΣΥΝΘΕΣΗ” ΕΝΑΝΤΙ ΤΗΣ “ΙΔΕΟΛΟΓΙΚΗΣ ΚΑΘΑΡΟΤΗΤΑΣ”
Το μεγάλο ζήτημα, που προκύπτει αμέσως κατά την διαμόρφωση της νέας αυτής ιδεολογίας, είναι η έννοια της ‘’πολιτικής και ιδεολογικής καθαρότητας”.
Για να βοηθηθούμε στην ανάλυσή μας, αντλούμε σκέψεις από τον μαρξισμό.
Ο μαρξισμός στην προσπάθειά του να διατηρήσει την ιδεολογική του καθαρότητα και στα πλαίσια της αντιπαλότητας του με τις άλλες πολιτικές ιδεολογίες, είχε βαφτίσει ως “εκλεκτικισμό” κάθε προσπάθεια επιλεκτικού συνδυασμού προτάσεων από διαφορετικές σχολές πολιτικής σκέψης. Προσπαθούσε να επιβάλλει την θέση ότι αυτός ο “εκλεκτικισμός” ήταν ιδεολογικό και πολιτικό μειονέκτημα, γιατί έτσι άφηναν χώρο στους πολιτικούς τους αντιπάλους.
Η σύγχρονη αντίληψη, όμως, επιβάλλει να είμαστε κατ’ αρχάς ανοικτοί στις διαφορετικές προτάσεις και προσεγγίσεις. Οφείλουμε να τις αξιολογούμε με κριτική σκέψη και να αξιοποιούμε ορθολογικά κάθε χρήσιμο στοιχείο που ενδυναμώνει την κοινωνική ευημερία και τις κοινωνικές δομές, μέσα από ένα αξιακό σύστημα και την ισορροπημένη και αλληλο-τροφοδοτούμενη σχέση ατόμου και κοινωνίας.
Το κυρίαρχο στοιχείο σε αυτή τη νέα πολιτική προσέγγιση δεν είναι η ιδεολογική καθαρότητα, αλλά η καταλληλότητα, η απλότητα, η πρακτικότητα, η χρησιμότητα και η διαφάνεια των ιδεών. Να μπορούν δηλαδή όλοι να καταλάβουν τις ιδέες αυτές, να μπορούν να αντιληφθούν το σκοπό τους και την χρησιμότητά τους, να μπορούν να τοποθετηθούν με σιγουριά στο αν συμφωνούν ή διαφωνούν και τελικά να μπορούν να συμμετάσχουν στη δημοκρατική διαμόρφωσή και εφαρμογή τους.
Τα εργαλεία ανάλυσης και ερμηνείας μίας τέτοιας πολιτικής πρότασης πρέπει να είναι πολλά και διαφορετικά ώστε να διασφαλίζεται η επαρκής τεκμηρίωση και η επιβεβαίωση των επιλογών, όπως είναι οι αρχές της λογικής, η αναλυτική σκέψη, η εμπειρική έρευνα, τα κυρίαρχα παραδείγματα και τα σχηματοποιημένα μοντέλα, οι τεχνικές ορθολογικής επιλογής και λήψης αποφάσεων κλπ.
Σημαντικό ρόλο στην αντίληψη αυτή παίζει και ο τρόπος που αντιλαμβανόμαστε την εξουσία. Στην ‘’κοινωνία αξιών’’ η εξουσία γίνεται αντιληπτή ως κοινωνικό λειτούργημα, συγκεκριμένου πλαισίου αρμοδιοτήτων και με δημοκρατική εκχώρηση. Η εκχώρηση αυτή προσμετρά οπωσδήποτε την αποτελεσματικότητα στις δράσεις, την ικανότητα δηλαδή παραγωγής πολιτικών, οικονομικών και κοινωνικών αποτελεσμάτων για συγκεκριμένα έργα, στα πλαίσια των δημοκρατικών θεσμών.
Βάζοντας αυτό το εισαγωγικό πλαίσιο και αυτές τις αρχές, η “κοινωνία αξιών” προχωρά εντατικά στη διαμόρφωση και έκφραση της πρότασης της στα πλαίσια του διαλόγου για τη μεταϊδεολογία, όπως εκφράστηκε δημόσια από τον πρόεδρό της Δημήτρη Μπουραντά.
Στέλιος Φενέκος
Συντονιστής των πολιτικών θέσεων της ‘’κοινωνίας αξιών’’
Πολιτικός και Οικονομικός Άξονας
LikeLike