Το τελευταίο διάστημα παρατηρούμε ότι, μέσω από «ακούσιες» διαρροές στον τύπο, η κυβέρνηση επιχειρεί να καταργήσει την Κυριακάτικη αργία.
To θέμα αυτό έχει απασχολήσει επανειλημμένα τους αρμόδιους φορείς και έχουν γίνει πολλές συζητήσεις και προτάσεις μεταξύ των εμπλεκομένων μερών.
Πολλοί καταναλωτές, δικαιολογημένα, επιθυμούν να είναι τα μαγαζιά σε λειτουργία περισσότερες ημέρες, αλλά την ιδία στιγμή ο εμπορικός κόσμος και η συντριπτική πλειοψηφία των εκπροσώπων της αγοράς και των εργαζομένων, σύμφωνα με την τελευταία έρευνα κλίματος του ΙΜΕ ΓΣΕΒΕΕ (Ιανουάριος 2013), αποδοκιμάζουν (σε ποσοστό 85%) το ενδεχόμενο ανοίγματος των καταστημάτων τις Κυριακές
Πριν τοποθετηθούμε υπέρ της μιας ή της άλλης άποψης, θα πρέπει να συζητήσουμε λίγο για την δομή του λιανικού εμπορίου στην Ελληνική αγορά. Στην Ελλάδα οι επιχειρήσεις που δραστηριοποιούνται στον χώρο είναι κατά κύριο λόγο μικρομεσαίες, αντίθετα από το εξωτερικό, όπου η αγορά διαμορφώνεται από μεγάλες αλυσίδες και εμπορικά γκρουπ.
Το τελευταίο διάστημα, συμφώνα με έρευνα της ΕΣΕΕ, όσον αφορά τους κεντρικούς εμπορικούς δρόμους, το γενικό συμπέρασμα είναι ιδιαίτερα δυσμενές, αφού η αναλογία των κλειστών επιχειρήσεων, ως προς τις ανοιχτές, κατέγραψε αύξηση κατά 30%, σε σύγκριση με τον προηγούμενο χρόνο. Μπορεί να γίνει λόγος για «επιδημία λουκέτων» στην αγορά, η οποία συνεχίζεται και αυξάνεται ως «μεταδοτική ασθένεια», όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται στην εν λόγω έρευνα.
Στις επιχειρήσεις, που παραμένουν ενεργές αυτή την στιγμή, απασχολούνται, μαζί με τους ιδιόκτητες, το λιγότερο 800.000 άτομα, με κύριο χαρακτηριστικό τους την πλήρη απασχόληση (πενθήμερο – 40 ώρες), ακριβότερους μισθούς, με μεγάλο ποσοστό απασχολούμενων σε νέους και γυναίκες, θεωρούμενες επίσης και ως πύλη εισόδου στην αγορά εργασίας ανειδίκευτου προσωπικού. Αντίθετα, στις μεγάλες επιχειρήσεις λιανικής επικρατούν ιδιωτικές συμβάσεις με χαμηλότερους μισθούς και μεγάλο ποσοστό εκ περιτροπής εργασίας. Όπως μπορεί να διαπιστώσει κανείς από το μέγεθος του κλάδου, αντίστοιχα είναι και τα έσοδα του κράτους, που είναι κατά πολύ υψηλότερο σε σχέση με άλλους κλάδους.
Επομένως, ποιος ο λόγος η ΕΣΕΕ και η ΓΣΕΒΕΕ να είναι αντίθετες στο άνοιγμα των καταστημάτων όλες τις Κυριακές του χρόνου, αφού τους δίνεται η δυνατότητα για παραπάνω έσοδα;
Ο κύριος λόγος είναι ότι, η πτώση του τζίρου προέρχεται από την οικονομική αδυναμία των καταναλωτών και όχι από το ωράριο λειτουργίας. Παραμένοντας ανοικτά και τις Κυριακές οι επιχειρήσεις θα έχουν αύξηση του κόστους λειτουργίας, χωρίς αντίστοιχη ανταπόδοση στα έσοδα, που με μαθηματική ακρίβεια θα οδηγήσει σε νέα λουκέτα και απολύσεις.
Αυτό θα αποβεί σε βάρος του καταναλωτή, διότι όταν θα παραμείνουν σε λειτουργία μόνο οι μεγάλες αλυσίδες, οι τιμές πολύ πιθανά θα αυξηθούν, με χαρακτηριστικό παράδειγμα τον χώρο των τροφίμων και τα υπέρ μάρκετ, όπου η Ελλάδα είναι από τις πιο ακριβές χώρες στην Ευρώπη, παρά την κρίση που μαστίζει την Ελληνική οικονομία.
Επίσης, πρώτα πρέπει να αντιμετωπιστούν οι στρεβλώσεις της αγοράς, όπως οι ενδοομιλικές συναλλαγές πολυεθνικών (transfer pricing), οι ρήτρες απαγόρευσης παράλληλων εισαγωγών , η – παρά την ύφεση – διατήρηση υψηλών περιθωρίων κέρδους σε τμήμα της εγχώριας αγοράς , και πολλά αλλά, έτσι ώστε αφού θα ισχύουν τα ίδια μέτρα και σταθμά για όλους, να μπούμε σε ουσιαστική κουβέντα απελευθέρωσης της αγοράς.
Μια άλλη παράμετρος, που αξίζει να αναφερθεί είναι ότι, τις Κυριακές οι ιδιοκτήτες των καταστημάτων, μαζί με την οικογένειά τους , είναι πελάτες και αυτοί με την σειρά τους σε επιχειρήσεις εστίασης (εστιατόρια , καφέ) και είναι κάτι που θα σταματήσει να συμβαίνει και θα αφαιρέσει έσοδα από άλλους κλάδους, διότι τα περιθώρια κατανάλωσης είναι πολύ συγκεκριμένα και από συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες.
Επομένως, πρέπει να εξεταστεί σοβαρά το θέμα, να εισακουστούν οι αρμόδιοι φορείς που δέχονται την λειτουργία της αγοράς κάποιες από τις Κυριακές, αλλά όχι όλες, και να σταματήσουν τα «άτυπα δίκτυα επιρροής» να υποκαθιστούν τους συλλογικούς φορείς εκπροσώπησης των επιχειρήσεων.
Πρώτιστο μέλημα πρέπει να είναι η κοινωνία και στόχος η αποκατάσταση της εμπιστοσύνης, μεταξύ επιχειρήσεων και κράτους, ώστε να μπορέσουμε να περισώσουμε ότι έχει απομείνει.
Διονύσης Ζαβιτσάνος
Mέλος της πολιτικής επιτροπής της “κοινωνίας αξιών”
You must be logged in to post a comment.